Είχα γράψει παλιά στο φόρουμ του Ισοκράτη, πως όταν κάποιος θέλει να πάει με απόσπαση σε χώρα του εξωτερικού, καλό θα ήταν να μάθει, όσο περισσότερο μπορεί, τη γλώσσα της χώρας προορισμού. Εκφράστηκαν τότε αντιρρήσεις, επιμένοντας στο ότι τα αγγλικά είναι γλώσσα που μιλιέται σε όλα τα μέρη του κόσμου (η εμπειρία μου το διαψεύδει για αρκετά) άρα αγγλικά και τίποτ' άλλο. Και στο φινάλε, τη δουλειά σου θα την κάνεις ακόμα κι αν δεν ξέρεις τίποτα, με τη μιμόγλωσσα. Θα επιμείνω εδώ: η γλώσσα του μέρους που μένεις είναι απαραίτητη.
Για να έρθω στη Γερμανία έδωσα εξετάσεις στα γερμανικά και τα πήγα σχετικά καλά (62%). Η εξέταση ήταν μόνο γραπτή: από ένα κείμενο εφημερίδας που έπρεπε να το καταλάβω και να απαντήσω σε κάποιες ερωτήσεις πάνω σ’ αυτό καθώς μια «έκθεση» 200 λέξεων. Και τώρα, αν διαβάσω ένα κείμενο θα καταλάβω πάνω κάτω τι λέει. Επίσης, αν χρειαστεί να μιλήσω και να πω κάποια πράγματα, θα δυσκολευτώ μιας και δεν μου είναι εύκολο να ανασύρω λέξεις, αλλά θα καταφέρω να δώσω να καταλάβει ο άλλος τι θέλω να πω. Όμως δεν μπορώ να καταλάβω τι μου λένε όταν μου μιλάνε (και πολύ περισσότερο να παρακολουθήσω άλλους να μιλάνε). Αισθάνομαι τρομερά άβολα μ’ αυτό. Νοιώθω σαν αποκομμένος από τον περίγυρο. Και δυστυχώς, προς το παρόν τουλάχιστον, δεν βλέπω τρόπο να το βελτιώσω.
Για να μην αναφέρω το ότι οι μαθητές στους οποίους απευθυνόμαστε συνήθως δεν ξέρουν τα Ελληνικά, πολύ περισσότερο την ορολογία του κάθε μαθήματος. Πώς θα τους δώσω να καταλάβουν τι εννοώ. Π.χ. στα σχολεία που διδάσκω αντιμετώπισα μεγάλο πρόβλημα μ’ αυτό. Αγόρασα ένα βιβλίο (που έγραψε ένας συνάδελφος) και το χρησιμοποιώ για να τους δίνω την ορολογία (να σημειώσω ότι το βιβλίο το «ανακάλυψα» ρωτώντας και δεν υπήρχε στη βιβλιοθήκη κανενός από τα σχολεία). Αν ξέρω μόνο αγγλικά πώς θα τους τα πω?
Το είναι είναι κακιά λέξη (μια συνεργασία του Μιχάλη Ρουμελιώτη)
Πριν από 5 ώρες
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου