Σάββατο 24 Απριλίου 2010

Σβάνγκαου (Νόισβανστάιν)

Μην τρελαθούμε κιόλας. Δεν είναι ακριβώς δική μου η φωτογραφία, απλά τράβηξα ένα πόστερ, εξ ου και τα φθινοπωρινά χρώματα!!! Εξάλλου η μέρα είχε αρκετή υγρασία, άρα δεν ήταν και η καλύτερη για φωτογράφιση.
Το προηγούμενο διάστημα φιλοξενούσα φίλους από Ελλάδα. Κάναμε κάποιες βόλτες μαζί, αλλά μιας κι εγώ με τη Μαρία δουλεύαμε είπαμε να κάνουμε κάτι το Σαββατοκύριακο. Έριξα, μεταξύ άλλων, την ιδέα να πάμε στο Σβάνγκαου (Schwangau), ένα χωριό στο νότο της Βαυαρίας, στα σύνορα με την Αυστρία όπου υπάρχει το περίφημο(?) κάστρο – παλάτι Νόισβάνσταϊν (Neuschwanstein). Η ιδέα τελικά συμπληρώθηκε με το Ίνσμπρουκ (στο επόμενο) και ξεκινήσαμε.

Εντάξει, αυτή είναι δική μου, καθαρά.
Κατ’ αρχάς για όποιον δεν ξέρει τι είναι το Νόισβάνσταϊν: Είναι το παλάτι που έχει κάνει σήμα του ο Ντίσνεϊ κι έχει χρησιμοποιηθεί σαν ιδέα για ένα σωρό ταινίες της εταιρίας με κινούμενα σχέδια (π.χ. «η Πεντάμορφη και το Τέρας»). Στην πραγματικότητα πρόκειται για ένα παλάτι του 19ου αιώνα. Το έχτισε ο Λουδοβίκος ο 2ος της Βαυαρίας. Βρίσκεται σε μια υπέροχη θέση, με καταπληκτική θέα. Αυτό καθ’ αυτό το οικοδόμημα είναι εντυπωσιακό εξωτερικά αν και τόσο απ’ έξω όσο κι από μέσα είναι ένα ανακάτεμα. Ό,τι του γυάλιζε από άλλα παλάτια της περιοχής, ζήταγε να το φτιάξουν κι εκεί.
Η διαδρομή πανέμορφη, μέσα στις Άλπεις, με αυτοκίνητο αυτή τη φορά, πλησιάσαμε το Γκάρμις και μετά δυτικά. Από μακριά πήραμε μια πρώτη γεύση, αν και όχι πολλή έντονη λόγω μια αραιής ομίχλης που επικρατούσε ακόμα (κι ας ήταν μεσημέρι). Ήξερα ότι μπορεί κανείς να πάει και με το τρένο μέχρι το Φύσεν (Füssen) αλλά μετά θα χρειαζόταν λεωφορείο που θα σε πήγαινε μέχρι ένα σημείο. Ο πλοηγός (!!! κοινώς GPS) έδινε ότι δεν μπορούμε να πάμε το αυτοκίνητο μέχρι εκεί γιατί είναι πεζόδρομος.
Πράγματι φτάνοντας είδαμε σχετικές πινακίδες για παρκάρισμα μέχρι 6 ώρες 4,50€. Αυτό επιβεβαίωνε και την ιδέα του ότι πράγματι έπρεπε να αφήσουμε κάτω το αυτοκίνητο. Το αφήνουμε και διαβάζουμε στις πινακίδες ότι: α) Η επίσκεψη είναι δυνατή μόνο με ξενάγηση. β) Δεν επιτρέπεται η φωτογράφιση ούτε χωρίς φλας (που συνήθως ισχύει για τα μουσεία και όποιος άλλους τέτοιους χώρους έχουμε επισκεφθεί). γ) Εισιτήρια πρέπει να βγάλουμε κάτω. Στα κάστρα (είναι δύο, εκτός από το Νόισβάνσταϊν που λέγαμε είναι απέναντί του και το Χόενσβάνγκαου – Hohenschwangau) δεν υπάρχει ταμείο.
Πάμε λοιπόν ταμείο (ένας από τους 6 που ήμασταν) και επιστρέφει με την πληροφορία ότι εισιτήρια υπάρχουν για μια ώρα μετά. Μιας και η περιοχή ήταν όμορφη, δεν είχαμε αντίρρηση, τελικά, να χαζέψουμε ένα γύρω αυτή την ώρα, θα είχαμε πράγματα να δούμε. Πάω κι εγώ μαζί του στο ταμείο. Το εισιτήριο 9 € και το μειωμένο (φοιτητικό στην προκειμένη περίπτωση) 8 € (ένα ολόκληρο ευρώ έκπτωση). Μπορούσαμε να επιλέξουμε γλώσσα ξενάγησης: Γερμανικά ή Αγγλικά, να ρώτησε. Ελληνικά του λέω εγώ για πλάκα. Εντάξει μου λέει, με όντιο γκάιντ (το μηχανάκι που βάζεις στο αυτί σου και σου δίνει πληροφορίες). Συμφωνήσαμε (βλέπετε πως πρέπει να ζητάς αυτό που θες και να μην δέχεσαι έτσι, ασυζήτητα ό,τι σου δίνουν?), βγάλαμε τα εισιτήρια και μας διευκρινίστηκε ότι σε μια ώρα έπρεπε να είμαστε πάνω, στο κάστρο, απ’ την αυλή του οποίου θα ξεκινούσε η ξενάγηση.
Και πώς πάμε στο κάστρο? Διαβάζουμε πως έχουμε τη δυνατότητα ή να πάμε με τα πόδια από διαφορετικές διαδρομές 30 – 50 λεπτά ανηφόρα, η γρήγορη είναι πιο λίγος δρόμος αλλά πιο απότομη και δύσκολη, η πιο αργή είναι πιο μαλακιά. Επίσης ότι υπήρχαν λεωφορεία (1,80 € ο ανεβασμός, 1 € ο κατεβασμός και 2,40€ το ανεβοκατέβασμα) ή άμαξες (γύρω στα 5 € το άτομο νομίζω). Μιας και είχαμε μία ώρα είπαμε να το κάνουμε με το πόδι απ’ τη σύντομη διαδρομή. Ξεκινήσαμε, φτάσαμε περίπου μέχρι τα μισά κι άρχισε ο σκεπτικισμός. Ζόρι η κατάσταση. Έτσι κάποιοι γύρισαν πίσω να πάρουν το λεωφορείο ενώ εγώ με τη Δανάη είπαμε να το συνεχίσουμε με το πόδι.
Ενδιαφέρον το ανέβασμα, φτάσαμε πολύ γρήγορα πάνω, βγάλαμε φωτογραφίες, πήγαμε να περιμένουμε στην αυλή κι οι άλλοι ακόμα ψάχνανε για το λεωφορείο που όταν το βρήκαν (αφού περπάτησαν αρκετά) δεν τους πήρε γιατί γέμισε (και όσοι μπαίναν παστωνόντουσαν κανονικά, σαν σαρδέλες) και περίμεναν ν’ ανέβει, να γυρίσει και να τους πάρει.
Ήρθε η ώρα που είχαμε στο εισιτήριο, εμείς πάνω, οι άλλοι κάτω, τι κάνουμε τώρα? Προφανώς μπαίνουμε εμείς να μην χάσουμε την ξενάγηση όλοι κι οι υπόλοιποι βλέπουμε. Για να μπούμε, βάζουμε το εισιτήριο σ’ ένα μηχάνημα που επιτρέπει την είσοδο μόνο εφόσον το εισιτήριο είναι έγκυρο, γι’ αυτή την ώρα, αφήνοντας ένα περιθώριο 15 λεπτών για τυχόν καθυστερημένους. Μετά διακόπτει την πρόσβαση. Δεν πρόλαβαν να φθάσουν στο διάστημα αυτό, γιατί εκτός των άλλων το λεωφορείο τους άφησε αρκετά μακρυά κι έπρεπε να περπατήσουν γύρω στα 600 - 800 μέτρα για να βρεθούν στο κάστρο. Πάντως, μιας και τελικά δεν άργησαν πολύ και μιας και η ξενάγηση ήταν στο αυτόματο τους άνοιξαν από την πλαϊνή πόρτα και μπήκαν και οι υπόλοιποι.
Οι ξεναγήσεις ξεκινάνε κάθε 5 λεπτά πράγμα που σημαίνει ότι το κάθε γκρουπ έχει 5 λεπτά στη διάθεσή του να δει μια αίθουσα μέχρι να μπουν οι επόμενοι. Χρόνος περιορισμένος, μιας και υπάρχουν κάποιες αίθουσες που θες λιγάκι παραπάνω. Ο αυτοματοποιημένος οδηγός ήταν πάρα πολύ καλός, αλλά μέχρι να ακούσεις αυτά που σου έλεγε, να δεις που βρίσκονται και να τα επεξεργαστείς είχε περάσει η ώρα σου και έπρεπε να προχωρήσεις γιατί ερχόντουσαν οι επόμενοι. Συνολική διάρκεια περίπου μισή ώρα και κάτι.
Έχοντας επισκεφθεί παλάτια όπως το Νύμφεμπουργκ, το Ρέζιντενς ή ακόμα και το Σλάισχάιμ δεν μπορώ να πω ότι μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση το εσωτερικό του. Βαρυφορτωμένο, με πολλά και διάφορα, έντονα το χρυσό και το κόκκινο, δεν είχε και πολλές αίθουσες επισκέψιμες. Εντυπωσιακή πάντως κι η κουζίνα του και τα συστήματα που είχε για παροχή νερού και για μαγείρεμα.
Το εξωτερικό πάντως ήταν εντυπωσιακό. Η άσπρη πέτρα με την κόκκινη στην είσοδο, με τους πύργους που προεξείχαν και η θέα. Ο γύρω χώρος μαγευτικός, δημιουργούσε μια υπέροχη αίσθηση. Βγάλαμε πολλές φωτογραφίες, γυρίσαμε με το λεωφορείο (τελικά καλύτερα θα ήταν να κατεβαίναμε με τα πόδια αν και στη διαδρομή προ τη στάση είχε ένα σημείο με καταπληκτική θέα κάτω απ’ όπου φαινόντουσαν οι λίμνες, το Χόενσβάνγκαου και στο βάθος οι χιονισμένες Άλπεις).
το μεγαλείο σου, παντού είναι γραμμένο!
Σβαν (Schwan) σημαίνει κύκνος. Και βέβαια είναι το σήμα της περιοχής. Εγώ, βασικά, κύκνους δεν είδα. Είδα όμως άλλα "πουλιά" να πετάνε στον αέρα της περιοχής.
Κι μερικά λουλουδάκια από τις Άλπεις. Ένα "έκοψα" για την Κλαίρη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου