Τρίτη 14 Δεκεμβρίου 2010

Ελληνικά Σχολεία ανά τον Κόσμο

Οι μετανάστες, όπου κι αν βρίσκονται, πάντα επιθυμούν μια επαφή με τον τόπο τους. Τον τόπο που θεωρούν δικό τους γιατί γεννήθηκαν εκεί. Και σίγουρα μια τέτοια επαφή προσφέρει η γλώσσα. Όποιον έχω ακούσει, πάντα νιώθει κάπως όταν είναι σε ένα άλλο μέρος κι ακούσει να μιλάνε τη γλώσσα του. Είτε αυτή διαφέρει με τη γλώσσα του συγκεκριμένου τόπου πολύ είτε λίγο, είναι δηλ. διαφορετική διάλεκτος. Το έχω νιώσει κι εγώ πολλές φορές. Αν ακούσω Πλωμαρίτικα στην Αθήνα νιώθω κάπως. Αντίστοιχα όταν ακούω Ελληνικά στο εξωτερικό. Άσχετα αν μερικές φορές που ακούω Ελληνικά αποφεύγω να μιλήσω για να μη μ' ακούσουν!
Ένας τρόπος για να διατηρείται η επαφή με τη γλώσσα είναι να τη μιλάς στο σπίτι σου, με την οικογένειά σου και τα παιδιά σου. Και στην περίπτωση των διαλέκτων αυτό δυσκολεύει μιας και σήμερα από παντού γίνεται προσπάθεια για ομοιομορφία στη γλώσσα που φέρνει την εξαφάνιση των διαφορετικών μορφών της, Κι οι φιλόλογοι προσπαθούν να κάνουν "ανόρθωση" σε περιπτώσεις που κάτι έχει επικρατήσει στραβά. Π.χ. χρόνια ήξερα για την επανάσταση στο Γουδί. Όχι, λένε σήμερα. Δεν έγινε στο Γουδί γιατί είναι λάθος το Γουδί. Την επανάσταση του 1909 στου Γουδή (ούτε οι διορθωτές ορθογραφίας δεν το έχουν μάθει ακόμα). Αλλά δεν βλέπω τόσο ζήλο όταν το πιτόγυρο αποκαλείται σουβλάκι. Τέλος πάντων. Ξεφεύγουμε.
Ένας άλλος τρόπος για να μιλιέται η γλώσσα είναι να μαθαίνεται. Ποιος όμως να τη μάθει στα παιδιά σου όταν είσαι μακριά απ' τον τόπο σου. Παίρνεις δάσκαλο στο σπίτι, ευχόμενος να ξέρει τι διδάσκει (γιατί πού να τον βρεις με δίπλωμα). Κι επειδή κάτι τέτοιο κοστίζει αφενός κι αφετέρου η δυσκολία του να ξέρει είναι υπαρκτή, οι κατά τόπους κοινότητες (με νομική υπόσταση ή όχι δεν έχει σημασία) προσπαθούν να οργανώσουν μαθήματα σε τμήματα.
Οι Έλληνες έχουν βρεθεί σ' όλες τις γωνιές του κόσμου. Οι λόγοι πολλοί και δεν θα σταθώ σ' αυτούς. Το γεγονός είναι ότι βρέθηκαν και σύμφωνα με τα προηγούμενα, δημιουργήθηκε η ανάγκη να μάθουν τα παιδιά τους ελληνικά ενώ βρίσκονται σε μέρη περισσότερο ή λιγότερο μακρινά. Η ανάγκη αυτή καλύφτηκε ποικιλοτρόπως. Σε μακρινά αλλά αναπτυγμένα μέρη φτιάχτηκαν τάξεις εν είδη φροντιστηρίου τα λεγόμενα "κυριακάτικα σχολεία". Στα μέρη αυτά τα παιδιά πήγαιναν στο (τοπικό) σχολείο κανονικά, ενώ την Κυριακή, συνήθως (εξού και τ' όνομα), πήγαιναν για ελληνικά. Οι δάσκαλοι, όπως ανέφερα, διαφόρων γνώσεων. Κάποια στιγμή άρχισαν να στέλνονται δάσκαλοι απ' την Ελλάδα για να διδάξουν σ' αυτά τα σχολεία. Πληρώνονται απ' την Ελλάδα, αλλά αυτό σημαίνει πως οι δάσκαλοι αυτοί έπρεπε να συμπληρώσουν συγκεκριμένες ώρες διδασκαλίας, που είναι δύσκολο να γίνει μέσα σ' ένα Σαββατοκύριακο (αφού τώρα πια και το Σάββατο δεν πηγαίνουν τα παιδιά σχολείο άρα μπορούν να πάνε για Ελληνικά). Και να διδάσκουν σύμφωνα με ένα πρόγραμμα που αναγνωρίζει την ιδιαιτερότητα πως η γλώσσα που διδάσκουν είναι διαφορετική απ' αυτήν που τα παιδιά ακούνε καθημερινά (έστω κι αν την ακούνε στο σπίτι τους). Το τελευταίο σημαίνει πως θα έπρεπε να έχουν εκπαιδευτεί πάνω σ' αυτό το θέμα. Έτσι στήνονται οργανωμένα τμήματα Ελληνικής γλώσσας (ΤΕΓ), με επίπεδα αντίστοιχα τάξεων και στα οποία εκτός απ' τη γλώσσα διδάσκεται και ιστορία και γεωγραφία αλλά και θρησκευτικά(!), ό,τι θα μπορούσε να περιγράψουν οι λέξεις "ελληνικός πολιτισμός"¨.
Τμήματα τέτοια λειτουργούν όχι μόνο ανεξάρτητα απ' το τοπικό εκπαιδευτικό σύστημα αλλά και ενταγμένα σ' αυτό. Στο πρωινό σχολικό πρόγραμμα υπάρχουν ώρες Ελληνικών. Αυτό σε κάποια λίγα σχολεία μιας ευρύτερης περιοχής (όχι σε όλα). Και είτε διδάσκονται προς τις τελευταίες ώρες (ως επιπλέον) οπότε μιλάμε για ενταγμένα τμήματα είτε διδάσκονται παράλληλα με τα άλλα μαθήματα, κάτι που συμβαίνει σε σχολεία που χαρακτηρίζονται πολύγλωσσα και προσφέρουν γλωσσικά μαθήματα σε διάφορες γλώσσες. Οι εκπαιδευτικοί σ' αυτά είναι με συγκεκριμένα προσόντα και μπορούν να πληρώνονται είτε απ' την Ελλάδα είτε απ' την τοπική κυβέρνηση. Το πρόγραμμά τους είναι αντίστοιχο με των υπόλοιπων εκπαιδευτικών του σχολείου και οι υποχρεώσεις τους αντίστοιχες. Είναι σαν να υπηρετούν στο σχολείο αυτό για κάποια χρόνια.
Σε περιοχές που το τοπικό εκπαιδευτικό σύστημα ήταν ανύπαρκτο (Σουδάν, Κογκό κλπ) φτιάχτηκαν σχολεία εξ' αρχής. Που δούλευαν με το ελληνικό σύστημα. Εκεί τα παιδιά μάθαιναν τα ίδια πράγματα που μάθαιναν κι οι συνομήλικοί τους στην Ελλάδα. Όταν άρχισαν να πληθαίνουν οι Έλληνες μετανάστες σε χώρες της δυτικής Ευρώπης, παρόλο που εκεί υπήρχαν σχολεία και εκπαιδευτικό σύστημα (που μερικές φορές προσπαθούσαμε να το αντιγράψουμε εμείς) σε συμφωνία με τις κυβερνήσεις των κρατών αυτών φτιάχτηκαν κι εδώ σχολεία που ήταν αντίγραφα αυτών στην Ελλάδα, που στη γλώσσα των ασχολούμενων με αυτά λέγονται "Αμιγή".
Η ιδέα που κρύβεται πίσω από τη δημιουργία αυτού του τύπου σχολείου είναι πως οι μετανάστες είναι στη χώρα φιλοξενίας για λίγα χρόνια, τα παιδιά μπορεί να είναι μαζί τους, μπορεί να έχουν μείνει στον τόπο καταγωγής να είναι εύκολο να εναλλάσσονται οι καταστάσεις αυτές. Κι όταν μετά από λίγα χρόνια θα επέστρεφαν στον τόπο τους να μην υπάρχει διακοπή της συνέχειας στη μόρφωση των παιδιών τους. Το γεγονός ότι πολλοί δεν επέστρεψαν ποτέ οριστικά, δεν έχει σημασία. Η ύπαρξη Ελληνικού Σχολείου λειτουργεί σαν φάρος ελπίδας και γι' αυτούς.
Αυτά για τα γενικά. Αύριο θα ασχοληθώ με τα σχολεία στη Γερμανία. Πώς δηλ. τα παραπάνω βρήκαν εφαρμογή στη χώρα που βρίσκομαι αυτή τη στιγμή.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου